COUNTER

counter www.com2.gr

visitors

free counters

visitors map

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

ΤΟ ΞΕΣΚΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΝΗΨΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΙΟ


Ο Καυλιάρης Θέιος Εκτύπωση
E-mail

SHARE 
(11 votes)

 Όταν διάβασα για πρώτη φορά στο διαδίκτυο ερωτική ιστορία αιμομικτικού περιεχομένου, παρά τη θέλησή μου, καύλωσα....κατάλαβα ότι με ερέθιζε πολύ η αίσθηση του ασυνήθιστου και του απαγορευμένου, του ένοχου μυστικού που έβγαινε από αυτές τις ιστορίες... Κυρίως με ξετρέλαιναν οι ιστορίες αποπλάνησης μεταξύ θείου και ανιψιάς...κι αυτό γιατί μου έφερναν στο μυαλό το δικό μου θείο, τον θείο Παναγιώτη.

Ο θείος μου ο Παναγιώτης είναι ο άντρας της θείας μου της Ελένης (αδελφής της μητέρας μου), ένας πενηντάρης σαν κανέναν από όσους έχω γνωρίσει μέχρι σήμερα. ¶νθρωπος διαβασμένος και σοφιστικέ, αλλά ταυτόχρονα πολύ φιλικός, άμεσος και αγαπησιάρης. Στην εμφάνιση γοητευτικός, όχι ιδιαίτερα όμορφος, πολύ εύσωμος και πρασινομάτης, με σκούρα γκρίζα μαλλιά, αλλά δεν υπήρχε άνθρωπος που μπορούσε να αντισταθεί στη γοητεία της προσωπικότητάς του...κι εγώ από μικρή τον συμπαθούσα και τον θαύμαζα. Η επαγγελματική του καταξίωση του είχε επιτρέψει να αγοράσει ένα τεράστιο σπίτι στα βόρεια προάστια, μια ωραία βίλα στην Ανάβυσσο δίπλα στην οποία είχαμε χτίσει κι εμείς, και άλλα πολλά που τον έκαναν αντικείμενο ζήλιας μέσα στο σόι.

Εγώ από τη μεριά μου, είχα κάνει μόνο δυο-τρεις σχέσεις με αγόρια της ηλικίας μου μέχρι τώρα, που είμαι 25 χρονών, κι αυτό γιατί είμαι ιδιαίτερα εκλεκτική στα γούστα μου....πάντα έψαχνα έναν άντρα να με προκαλέσει εγκεφαλικά, να κυριαρχήσει στο μυαλό μου, να με τρελάνει. Πολύ δύσκολο να το βρεις αυτό στους συνομήλικούς σου...γι αυτό και απολάμβανα να ρίχνω χυλόπιτες σε διάφορα μαγκάκια και λοιπά αγοράκια που μου πουλούσαν μούρη ή το έπαιζαν ευαίσθητοι και ρομαντικοί. Ποτέ δεν είχα πρόβλημα να αρέσω στους άντρες, καθώς όλοι γοητεύονταν από τα μακριά κόκκινα μαλλιά μου, τα μεγάλα καστανά μάτια μου, το γλυκό και σχεδόν παιδικό πρόσωπό μου που με κάνει να δείχνω μικρότερη απ’ότι είμαι, και το χυτό καμπυλωτό κορμί μου....

Πώς όμως έφτασα εγώ, το απαιτητικό μουνάκι, να κάνω στα κρυφά απαγορευμένες σκέψεις για τον ίδιο μου το θείο? Ολα άρχισαν περίπου ένα χρόνο πριν, όταν αποφάσισα να περάσω το Σαββατοκύριακό μου στο εξοχικό μας στην Ανάβυσσο παρέα με τον τότε γκόμενό μου, το Γιώργο. Πράγματι, πήγαμε εκεί, στα κρυφά από τους γονείς μου γιατί δε γουστάρω πολλές ερωτήσεις. Ηταν καλοκαίρι....την πρώτη μέρα λοιπόν, δηλαδή το Σάββατο, φτάσαμε μεσημεράκι και πήγαμε για μπάνιο. Εκανα άφθονη ηλιοθεραπεία (μου αρέσει πολύ να βλέπω τα σημάδια από το μαγιώ πάνω στο κορμί μου). Ολη την ώρα που είμαστε στη θάλασσα ο Γιώργος με καύλωνε....έβαζε το χέρι του κάτω από το μαγιό μου και χάιδευε απαλά το μουνάκι μου, ψιθυρίζοντάς μου πόσο το γουστάρει έτσι φρεσκοξυρισμένο...μου έτριβε γλυκά την κλειτορίδα με τα δάχτυλά του και μετά τα έχωνε μέσα στο μουνάκι μου, λέγοντάς μου ότι θέλει τρελά να το γαμήσει...εγώ σφιγγόμουν πάνω του και ένιωθα τον πούτσο του να έχει σκληρύνει απίστευτα, να είναι έτοιμος για δράση....

Περιττό να πώ ότι δε μείναμε πολύ. Πήγαμε στο σπίτι μου τρέχοντας σχεδόν....ο ήλιος, η θάλασσα και τα χάδια του Γιώργου με είχαν καυλώσει τόσο, που δεν φτάσαμε καν μέχρι το κρεβάτι...μπαίνοντας στον κήπο του σπιτιού, αρχίσαμε να φιλιόμαστε με πάθος και τον έσπρωξα να καθήσει πάνω στη μεγάλη κουνιστή πολυθρόνα του κήπου. Εκείνος με τράβηξε πάνω του και παραμερίζοντας το μαγιό μου, άρχισε να ρουφά και να πιπιλίζει με πάθος τις ρώγες μου....είχα τρελαθεί και κατέβαλα μεγάλη προσπάθεια να μην ουρλιάξω από καύλα βλέποντας τον χωμένο ανάμεσα στα βυζάκια μου και νιώθοντας τις ρώγες μου σκληρές κάτω από τη γλώσσα του...γλίστρησα προς τα κάτω, ανάμεσα στα γόνατά του και άρχισα να τον τσιμπουκώνω. Ο πούτσος του ήταν μακρύς, αλλά όχι πολύ φαρδύς, και υπερευαίσθητος. Με το που τον άγγιζα, σηκωνόταν....τώρα ήταν σκληρός σαν πέτρα και παλλόταν μέσα στην παλάμη μου....δεν άντεχα άλλο, ανασηκώθηκα, κάθησα πάνω του και πήρα όλο το καυλί του μέσα στο μουνί μου που έκαιγε. Εκείνος με έσφιξε πάνω του... «Μωράκι μου, είναι τρέλα το μουνάκι σου, θα σου το ανοίξω με τον πούτσο μου» και άλλα τέτοια, ενώ εγώ άρχισα να ανεβοκατεβαίνω πάνω του με λαχτάρα...ήθελα ο πούτσος του να με πονέσει, να σβήσει την καύλα μου....τα υγρά μου κυλούσαν ασταμάτητα καθώς τον έπαιρνα διαδοχικά μέσα έξω στο μουνί μου, σα να γαμούσα ένα φίδι....τον έσφιγγα πάνω στο λαιμό και στο στήθος μου καθώς γαμιόμασταν δυνατά με τρελό ρυθμό κι εκείνος με φιλούσε...

Μετά από δέκα λεπτά περίπου τον ένιωσα να σφίγγεται και να τρέμει.... «Χύνω μωρό μου, σου χύνω στο μουνάκι» βόγκηξε και πραγματικά, σχεδόν αμέσως ένιωσα τα βάθη του μουνιού μου να γεμίζουν από τα καυτά χύσια του....τον κράτησα σφιχτά μέχρι να ηρεμήσει και μετά τον ξεκαβάλησα αργά, ενώ εκείνος βαριανάσαινε ακόμα. Δεν είχα χύσει και ήμουν σε υπερένταση. Ασε που ήθελα κι άλλο γαμήσι.... Εκλεισα τα μάτια για μια στιγμή, με τη σκέψη ότι ο Γιώργος είχε καταλάβει ότι δεν είχα χύσει και θα προσφερόταν να με γλείψει...Μόλις τα άνοιξα ξανά όμως, ανακάλυψα με έκπληξη ότι είχε σηκωθεί όρθιος, τελείως ήρεμος και έφτιαχνε το μαγιό του. «Μωράκι μου πεινάω σα λύκος...έχει τίποτα στο ψυγείο?» με ρωτάει σα να μην τρέχει τίποτα. «Δε νομίζω....θα πρέπει να φάμε έξω..μα..» άρχισα να λέω, ξεροκαταπίνοντας από έκπληξη. «ΟΚ», μου λέει «πάω να κάνω ένα ντουζάκι και φεύγουμε» και πριν προλάβω να πω τίποτε άλλο, μπαίνει στο σπίτι και με αφήνει σύξυλη.

Ακούμπησα το κεφάλι μου στην πλάτη της πολυθρόνας εξουθενωμένη. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Γιώργος έδειχνε τέτοια αναισθησία. Και να σκεφτείς ότι τις προάλλες καβγαδίσαμε επειδή επέμενε να κάνουμε πρωκτικό κι εγώ αρνιόμουν. Σιγά μην έδινα την παρθενιά του κώλου μου σε αυτόν. «Δεν έχει γεννηθεί ακόμα ο άντρας που αξίζει να του δώσω κώλο» του είπα πάνω στα νεύρα μου και αυτός φυσικά έγινε έξαλλος. Και να που είχα δίκιο.

Επρεπε να χύσω επειγόντως, αλλιώς δε θα συνερχόμουν από αυτήν την ένταση. Ανοιξα τα πόδια μου, σάλιωσα το δάχτυλό μου και άρχισα να παίζω γρήγορα το μουνάκι μου, που έσταζε ακόμη χύσια....ήταν τόσο ερεθισμένο, που μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα άρχισε να χύνει έντονα, με κύματα ηδονής που με πλημμύρισαν σε όλο μου το κορμί κι εγώ δάγκωσα δυνατά τα χείλια μου για να μη φωνάξω και με ακούσουν οι γείτονες μεσημεριάτικα....

Αυτό που δεν είχα αντιληφθεί λοιπόν καθ’όλη τη διάρκεια αυτής της σκηνής, ήταν ότι ο θείος μου με παρακολουθούσε από τον κήπο του δικού του σπιτιού, που ήταν κολλητά δίπλα στο δικό μας. Είχε έρθει μόνος του για μια μέρα προκειμένου να τακτοποιήσει κάποιο πρόβλημα του σπιτιού τους, μας άκουσε που κάναμε έρωτα και βγήκε να δει τι συνέβαινε. Κρυμμένος πίσω από τις άγριες τριανταφυλλιές του τα είχε δει όλα.....και την επόμενη μέρα (Κυριακή) που τον είδα, μου το αποκάλυψε χαμογελώντας με νόημα....

Χαμήλωσα το κεφάλι μου αμήχανη. Εντάξει, ο θείος μου ήταν ανοιχτόμυαλος και μοντέρνος άνθρωπος, μέχρι τότε εκφραζόμασταν αρκετά ελεύθερα, κάναμε πλάκα, αλλά άλλο αυτό και άλλο να με δεί να γαμιέμαι. Ηταν αδέξια στιγμή και ένιωθα άσχημα. Παρ’όλ’αυτά το έριξα στην πλάκα, λέγοντας ότι «και συ υπήρξες νέος θειούλη μου και ξέρεις πως είναι να παρασύρεσαι από τη στιγμή». Εκείνος χαμογέλασε πάλι, γελούσε πάντα με τα αστεία μου, και μου είπε ότι ναι, καταλαβαίνει. Αμέσως αισθάνθηκα καλύτερα και τον κοίταξα ζεστά. Ηξερα ότι δε θα μου δημιουργούσε πρόβλημα με αυτό που είδε. Ομως ξαφνικά τον είδα να σοβαρεύει. «Να σου δώσω μια συμβουλή?» μου λέει και εγώ είπα ναι, περιμένοντας να μου πεί άλλη φορά να είμαι πιο προσεκτική ή κάτι τέτοιο. Ομως τα λόγια του με εξέπληξαν. «Να μην μπλέκεις με άντρες της ηλικίας σου...είναι ακόμα κοκκοράκια και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν αληθινά κάποια, που είναι τόσο γυναίκα όσο εσύ».

Κόκαλο εγώ! Ο θείος μου με κοίταζε σταθερά και διαπεραστικά λες κι έβλεπε μέσα μου....για πρώτη φορά δε με κοίταζε σα θείος, αλλά σαν άντρας, σαν ένας ώριμος και έμπειρος με τις γυναίκες άντρας που ήταν, και για μια στιγμή είδα καθαρά μια σπίθα λαγνείας στα μάτια του. Για πρώτη φορά αντιλήφθηκα πόσο αρρενωπός άντρας ήταν και γιατί η θεία μου τον είχε ερωτευτεί τρελά και ήταν ακόμα ερωτευμένη μαζί του, μετά από δεκαπέντε χρόνια γάμου.

Ύστερα από εκείνη τη μέρα κάτι άλλαξε στη σχέση μου με το θείο μου. Ηταν κάτι που ποτέ δεν ειπώθηκε με λόγια, αλλά υπήρχε στον αέρα, αιωρούνταν ανάμεσά μας κάθε φορά που συναντιόμασταν έκτοτε σε οικογενειακές συγκεντρώσεις και μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων. Υπήρχε πάντα αυτή η σπίθα στα μάτια του, η φλόγα μιας επιθυμίας ελεγχόμενης και κατά το δυνατόν διακριτικής, αλλά ολοζώντανης, που η λογική μου κάποιες φορές την αμφισβητούσε, αλλά το κορμί μου ανταποκρινόταν απόλυτα σε αυτή, αναριγώντας κάθε φορά που εκείνος με άγγιζε δήθεν συγγενικά... Εκείνος το είχε καταλάβει αυτό και με έπαιζε, με έπαιζε ήρεμα και το απολάμβανε, έλεγχε το παιχνίδι και με έκανε κάθε φορά που τον έβλεπα να λιγώνομαι, να καταλήγω να χύνω μόνη μου για πάρτη του, να παίζω ξανά και ξανά το μουνάκι μου και να φαντάζομαι εκείνον να με γαμάει, να με γλείφει, να με πονάει, να μου τα παίρνει όλα.....

Ετσι κύλησε ένας χρόνος και ήρθε πάλι καλοκαίρι. Χώρισα με το μαλάκα το Γιώργο και έπεσα με τα μούτρα στην εξεταστική. Μετά από ένα σερί αρκετών μαθημάτων αποφάσισα να πάω τριήμερο (ΠΣΚ που λένε) στο εξοχικό να κάνω κανένα μπανάκι, να ηρεμήσω και να πάρω δυνάμεις για το επόμενο μάθημα. Ηταν μια ιδιαίτερα στρεσσαρισμένη και καταπιεσμένη από τις υποχρεώσεις φάση της ζωής μου και θα ήμουν έτοιμη για μια οποιαδήποτε τρέλα, προκειμένου να νιώσω λίγο ελεύθερη. Και πράγματι, μάζεψα τα απαραίτητα και την «έκανα» για την Ανάβυσσο. Ολόκληρο το σπίτι θα ήταν δικό μου και θα περνούσα υπέροχα.

Δυστυχώς η χαρά μου κράτησε για λίγο, καθώς οι γονείς μου μου ανακοίνωσαν ότι θα ερχόντουσαν το Σάββατο. Στράβωσα αρκετά που θυμήθηκαν τώρα ότι θέλουν να ξεσκάσουν, αλλά τα νεύρα μου εξατμίστηκαν όταν μου είπαν ότι «θα έρθει και η θεία Ελένη με τον θείο Παναγιώτη». Η ησυχία μου θα πήγαινε στον αγύριστο, αλλά τουλάχιστον θα το απολάμβανα....

Μπροστά στους γονείς μου και στη θεία μου η συμπεριφορά του ήταν τυπικά συγγενική, χωρίς να διαφέρει καθόλου από κάθε άλλη φορά που βρισκόμασταν μαζί στο εξοχικό...το ίδιο και η δική μου. Πού να ήξεραν όμως όλοι αυτοί την κρυφή χαρά που ένιωθα μέσα μου, πόσο μοναδικά συναρπαστική ήταν αυτή η αίσθηση του μυστικού που εγώ και ο θείος μου μοιραζόμασταν σιωπηλά.... Πήγαμε για μπάνιο στη θάλασσα και όση ώρα μείναμε εκεί, ζήτημα να ανταλλάξαμε δέκα λέξεις οι δυό μας, κι αυτές για άσχετο θέμα. Ομως κάτι μέσα μου μού έλεγε πως, όση ώρα απολάμβανα τον ήλιο ξαπλωμένη νωχελικά, κι ενώ αγκάλιαζε τη θεία μου, μέσα από τα μαύρα γυαλιά του ο θείος Παναγιώτης κάρφωνε το βλέμμα του πάνω μου...το ένιωθα να με διαπερνά, να με γδύνει, να αναζητά κάτω από το μαύρο μπικίνι μου όλα όσα είχαν αποκαλυφθεί μπροστά στα μάτια του εκείνη τη μέρα στον κήπο... Αλλά κι εγώ τον κοίταζα με τον ίδιο τρόπο και κάποια στιγμή που στεκόταν, διέκρινα κάτω από το πράσινο μαγιό του ένα εντυπωσιακό φούσκωμα... Ο θείος μου προφανώς είχε πλούσια τα ελέη...η σκέψη αυτή επιβεβαίωνε αυτό που υπήρχε μόνο στη φαντασία μου, αναστατώθηκα κι έσπευσα να μπω στη θάλασσα για μια βουτιά να ηρεμήσω....

Εκείνο το βράδυ η θεία μου συγκέντρωσε στην παραλία κάποιους οικογενειακούς φίλους με κιθάρες και μπίρες και έγινε χαμός....άρχισαν με ελληνικά ελαφρολαϊκά και λαϊκά και μετά το έριξαν στα ρεμπέτικα, οπότε και παραλίγο να τους βρει το ξημέρωμα. Εγώ αποφάσισα να τιμήσω την παρέα τους γύρω στα μεσάνυχτα, αφού είχα πιεί καναδυό ποτά με μια άλλη δική μου παρέα. Οταν πήγα, είχαν ήδη κατεβάσει τρεις μπίρες ο καθένας και κάθονταν σκόρπιοι σε καρέκλες και ξαπλώστρες τραγουδώντας... Φυσικά εντόπισα το θείο μου που καθόταν μόνος του σε μια ξαπλώστρα και κάθησα δίπλα του. «Ξέρετε να το γλεντάτε εσείς οι παππούδες» τον πείραξα γλυκά κι εκείνος γέλασε. Αρχισε να τραγουδάει με τη μπάσα, μελωδική φωνή του ένα τραγούδι του Μητροπάνου, σιγοντάροντας τους άλλους, και πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους μου.

Αν και είχα προνοήσει να φορέσω ένα τζην μπουφάν που κρατούσε τη νυχτερινή ψύχρα, η κίνηση αυτή με ανατρίχιασε από την κορυφή μέχρι τα νύχια.... Εκείνος γύρισε και με κοίταξε χαμογελώντας και συνέχιζε να τραγουδάει. Είμαστε γυρισμένοι στο πλάι σε σχέση με τους άλλους και μέσα στο σκοτάδι η σιλουέτα του έκρυβε τη δική μου. Χωρίς να το πολυσκεφτώ, έγειρα το κεφάλι μου στον ώμο του και σφίχτηκα πάνω του. Εμεινα έτσι να τον ακούω... Τώρα το τραγούδι είχε αλλάξει και μια γυναικεία φωνή τραγουδούσε «Συ μου χάραξες πορεία, εσύ γλυκιά, εσύ γλυκιά μου αμαρτία....» Ταράχτηκα. Ξαφνικά η σωματική επαφή με το θείο μου έγινε βασανιστική....σήκωσα το βλέμμα και κοιταχτήκαμε με ένταση. Την επόμενη στιγμή με τράβηξε και κόλλησε το στόμα του στο δικό μου.

Τι ήταν αυτό Θεέ μου...με πλημμύρισε απερίγραπτη γλύκα και προστυχιά μαζί... Με φίλησε απαιτητικά, με θράσος σχεδόν, παίρνοντας αυτό που ήθελε εκείνος, βάζοντας τη γλώσσα του βαθιά στο στόμα μου, ρουφώντας τα χείλια μου με έξαψη....αυτόματα ένιωσα το μουνάκι μου να πλημμυρίζει με υγρά που πετάχτηκαν σαν πίδακας. Σα να κράτησε έναν αιώνα αυτό το φιλί, αλλά ταυτόχρονα και πολύ λίγο...Ανταποκρίθηκα με τρέλα και όταν τελείωσε το φιλί, έμεινα να τον κοιτάζω ξέπνοη. Αν και είχε ερεθιστεί, τραβήχτηκε μακριά μου γιατί θα καρφωνόμασταν. Σηκώθηκα επιστρατεύοντας όλη μου την αυτοκυριαρχία, έγνεψα καληνύχτα σε όλους (που δε διέκοπταν το τραγούδι τους) και απομακρύνθηκα βιαστικά, με το υγρό στριγκάκι μου να έχει κολλήσει στο μουνάκι....

Οταν πήγα στο δωμάτιό μου, δεν μπορούσα να ηρεμήσω....πέταξα τα ρούχα μου και τριγύριζα πάνω κάτω σα φυλακισμένο αγρίμι....τέτοια φωτιά μου είχε ανάψει, τέτοια λαχτάρα να γαμηθώ, που σχεδόν δεν έβλεπα μπροστά μου. Αρπαξα το αποσμητικό roll-on μου, έσβησα όλα τα φώτα και έπεσα στο κρεβάτι.....με μια κίνηση το έχωσα σχεδόν όλο βαθιά στο μουνί μου, που το δέχτηκε με απερίγραπτη καύλα....άρχισα να το κουνάω μέσα έξω με μανία σα να ήταν πούτσος, ενώ με το άλλο χέρι μου έπαιζα την πρησμένη κλειτορίδα μου....μέσα σε ένα λεπτό έχυνα, έχυνα για το θείο μου που με καύλωσε φωνάζοντας ξεδιάντροπα, έχυνα τρέμοντας σύγκορμη κι εγώ δεν ξέρω για πόση ώρα....το σεντόνι είχε γίνει μούσκεμα από τα υγρά μου που έσταζαν, αλλά δε με ένοιαζε. Εμεινα ακίνητη με τα μάτια ανοιχτά στο σκοτάδι και τελικά ο ύπνος με πήρε αφού είχε χαράξει.

Την επόμενη μέρα με ξύπνησε η φωνή της μητέρας μου... «Μαρία, εμείς πάμε για μπάνιο, θα έρθεις;» μου φώναξε. «Μετά» φώναξα εγώ με το κεφάλι κάτω από το μαξιλάρι. Για αρκετή ώρα μετά κανείς δε με ενόχλησε κι όταν τελικά αποφάσισα να σηκωθώ είχε μεσημεριάσει για τα καλά. Φόρεσα ένα κοντό νυχτικάκι (είχα κοιμηθεί γυμνή), έφτιαξα έναν καφέ και βγήκα στο μπαλκόνι μου να τον απολαύσω. Το μπαλκόνι είχε θέα στη θάλασσα και ξεχώρισα στην παραλία τη χρωματιστή ομπρέλα της θείας μου. Αυτομάτως αισθάνθηκα ένα αγγελάκι κι ένα διαβολάκι να κάθονται στους ώμους μου...και κατά προβλέψιμο τρόπο, η θύμηση του φιλιού με έκανε να ταυτίζομαι περισσότερο με το διαβολάκι. Τα έδιωξα όλα από το μυαλό μου και μπήκα στο μπάνιο μην έχοντας αποφασίσει τι θα έκανα τελικά. Εκανα ένα ντους, την πρωινή μου περιποίηση και επέστρεψα στο δωμάτιό μου.

Ενα δυνατό σοκ με περίμενε καθώς μπήκα στο δωμάτιο....ο θείος Παναγιώτης στεκόταν εκεί και με περίμενε! Με κοίταξε χωρίς να πει λέξη και το στομάχι μου σφίχτηκε βίαια. Εκλεισα την πόρτα κι έπεσε ο ένας στη αγκαλιά του άλλου....άρχισε να με φιλάει παντού, στο στόμα, στα μάγουλα, στο λαιμό, στους ώμους, να με δαγκώνει, να με γρατζουνάει με τα γένια του, να με σφίγγει πάνω του έξαλλα...ήταν τέτοια η επίθεση που αν δε με κρατούσε σφιχτά από το γυμνό μου κωλαράκι, που το χούφτωνε δυνατά κάτω από το νυχτικάκι μου, θα είχα πέσει κάτω. Ξαφνικά, βρήκε πάλι τον έλεγχό του κι έκανε ένα βήμα πίσω. «Θα σε γαμήσω ανιψούλα μου» μου ψιθύρισε με πάθος. Με κοίταζε πρόστυχα, με μισόκλειστα μάτια. Εγώ είχα αποσβολωθεί. Τώρα έβλεπα ότι δεν ήξερα πού έμπλεκα, ότι το παιχνίδι ήταν επικίνδυνο, αλλά ήμουν αποφασισμένη να το παίξω μέχρι το τέλος, να γευτώ χωρίς ενοχές την καύλα που λαχταρούσα όλον αυτόν τον καιρό....

«Ναι θείε μου...θέλω να με πάρεις, να με κάνεις δικιά σου» του ψιθύρισα υποτακτικά. Είχαμε φουντώσει τόσο πολύ και οι δύο με την αίσθηση του απαγορευμένου, που θέλαμε να το νιώσουμε μέχρι το μεδούλι...ο θείος μου βαριανάσαινε και το πρόσωπό του άρχισε να κοκκινίζει από έξαψη. Εβαλε τα χέρια του στους ώμους μου και με έσπρωξε προς τα κάτω. Γονάτισα μπροστά του. Το γνωστό εντυπωσιακό φούσκωμα διαγραφόταν κάτω από τη βερμούδα του. «Πάρε πίπα στο θείο σου», με πρόσταξε βραχνά. Κατέβασα προσεκτικά τη βερμούδα με τα δυό μου χέρια και ο ερεθισμένος πούτσος του πετάχτηκε έξω σε όλο του το μεγαλείο, μπροστά στο πρόσωπό μου. Τον έκλεισα σφιχτά στο χέρι μου και ο θείος μου βόγκηξε. Εμεινα να τον κοιτάζω για λίγο με θαυμασμό....τι εκπληκτικό εργαλείο! Ενα σώμα μακρύ και χοντρό, χωρίς ίχνος τριχοφυίας, παρά μόνο με λίγες λεπτές φλέβες στη βάση του, που κατέληγε σε ένα ολοστρόγγυλο και κατακόκκινο κεφάλι...και δυο μεγάλα αρχίδια, σκληρά κι αυτά σαν πέτρα από καύλα, που καλύπτονταν από αραιές γκρίζες τριχούλες. Μια βαριά αντρική μυρωδιά έφτασε στα ρουθούνια μου και με ερέθισε... Ο πούτσος του ώριμου θείου μου....τώρα μου προσφερόταν!

Με την άκρη της γλώσσας μου μάζεψα μια αλμυρή σταγόνα που ξεπρόβαλλε στο άνοιγμα της ουρήθρας του....ο θείος τινάχτηκε και βάζοντας τα χέρια του στο κεφάλι μου, με έσπρωξε να τον πάρω ολόκληρο στο στόμα μου. Υπάκουσα και κοιτάζοντάς τον κατευθείαν στα μάτια, άρχισα να τον γλείφω αργά και ηδονικά για ώρα πολλή.... πότε τον ρουφούσα απολαυστικά σα γλειφιτζούρι και πότε τον έβγαζα έξω από το στόμα μου, παίζοντας με την άκρη της γλώσσας μου την ευαίσθητη περιοχή γύρω και κάτω από το πουτσοκέφαλό του. Κρατώντας με σταθερά με τα δυό του χέρια, ο θείος έδινε στο τσιμπούκι το ρυθμό που ήθελε εκείνος, μου γαμούσε έμπειρα το στόμα και δεν ξεκόλλαγε τα μάτια του από πάνω μου...«Αχ, τι πουτάνα ανιψούλα που έχω!» ψιθύριζε ερωτιάρικα και μου χάιδευε τα μαλλιά....πήρα μια βαθιά ανάσα και βύθισα τον πούτσο του ολόκληρο στο στόμα μου μέχρι το λαιμό.... ένιωσα το πρησμένο πουτσοκέφαλο να χτυπάει στο λαρύγγι μου και να με πνίγει, αλλά συνέχισα να ρουφάω αργά και δυνατά, ενώ με το άλλο μου χέρι χάιδευα και ζουλούσα απαλά τα αρχίδια του....«Πουτανάκι, πώς ξέρεις να παίρνεις πίπες» βογκούσε, καθώς άρχιζε να αγριεύει από την καύλα...«μικρή μου τσιμπουκλού....»

Εγώ βρισκόμουν σε άλλο κόσμο από έξαψη και άγρια ευτυχία...δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ο θείος μου, αυτός ο πολιτισμένος και αξιαγάπητος άντρας, μου συμπεριφερόταν τώρα με τόση προστυχιά και με αποκαλούσε «πουτανάκι», εμένα, την αγαπημένη του ανιψιά...το μουνάκι μου έσταζε πλημμυρισμένο με τα υγρά του κι εγώ συνέχιζα σταθερά το έργο μου, βγάζοντας μικρά βογκητά ηδονής. Ξετρελλάθηκε...ένα κομμάτι σίδερο είχε γίνει το καυλί του στη χούφτα μου. «Σου αρέσουν οι μεγάλοι πούτσοι τσουλάκι? Γουστάρεις να τσιμπουκώνεις ώριμους άντρες? Τους καυλώνεις για να σε γαμήσουν?» με ρώτησε αγριεμένος και καθώς δεν απάντησα, σηκώνει ξαφνικά το χέρι και μου αστράφτει ένα χαστούκι! Εβγαλα μια κραυγή από ξάφνιασμα αλλά και πόνο, γιατί ο θείος είχε βαρύ χέρι. Ομως πριν προλάβω να πω λέξη, με άρπαξε και με πέταξε με δύναμη στο κρεβάτι. «Τωρα θα δεις τι θα πάθεις πουτανάκι» βρυχήθηκε. Για μια στιγμή τρόμαξα. Το μάτι του είχε θολώσει. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι είχε και μια τέτοια πλευρά....

Με μια κίνηση έβγαλε τελείως τη βερμούδα του και έμεινε ολόγυμνος. Κατόπιν τράβηξε βίαια και το δικό μου νυχτικάκι. Με γύρισε μπρούμυτα και με έστησε στα τέσσερα....με μια απότομη κίνηση, ο πούτσος του με εμβόλισε και τον ένιωσα να χώνεται ολόκληρος στα βάθη του μουνιού μου. Ενα δυνατό «Ααχ!» μου ξέφυγε...ήμουν υγρή, αλλά το πάχος του εργαλείου του με πόνεσε. Ο θείος μου άρχισε να με γαμάει σκληρά, κρατώντας με από τους γοφούς με τα δυό του χέρια. Μια, δυό, τρεις ωθήσεις του και συνήθισα το μέγεθός του...ο πόνος συγχωνεύτηκε με την πιο δυνατή καύλα που είχα γευτεί ποτέ, τόσο δυνατή που με ζάλισε.

«Γουστάρεις καριολίτσα? Βλέπεις πώς γαμάνε οι αληθινοί άντρες?» μου έλεγε βραχνά, χουφτώνοντας έμπειρα τα βυζάκια μου, τσιμπώντας τις ρώγες με μανία... Αρχισα να κουνιέμαι κι εγώ μπρος πίσω, σε συγχρονισμό μαζί του, τουρλώνοντας το κωλαράκι μου. Αυτό έκανε το γαμήσι τόσο βαθύ, που το κεφάλι του πούτσου του άγγιζε τη μήτρα μου...τον έπαιρνα μέσα μου μέχρι τη ρίζα. Τα αρχίδια του αντηχούσαν χτυπώντας πάνω στα χειλάκια του μουνιού μου και οι τρίχες του με χάιδευαν. Πόσο πουτάνα ένιωθα Θεέ μου έτσι που γαμιόμουν... «Γάμα με θείε μου, μη σταματάς» παρακάλεσα...«σκίσε την ανιψούλα σου, τιμώρησέ με που σε καύλωσα », άκουσα τον εαυτό μου να ξεστομίζει και δεν καταλάβαινα από πού έβγαιναν αυτά τα λόγια. Λες και τον σπηρούνισα....το καυλί του άρχισε να με σφυροκοπάει με πιότερη μανία, λες και είχε να γαμήσει χρόνια. Σα βιζιτού ένιωθα με αυτό το ωμό σφυροκόπημα, και ταυτόχρονα ανείπωτα ευτυχισμένη....τα δάχτυλά του σφίχτηκαν γερά γύρω από το λαιμό μου, σα να ήθελε να με πνίξει. «Ολη τη νύχτα δεν κοιμήθηκα...δεν έκλεισα μάτι...με βασάνιζε η καύλα σου» μου ψιθύρισε στο αυτί, ενώ ταυτόχρονα το δάγκωνε, δάγκωνε το λαιμό μου, τους ώμους μου, μου άφηνε σημάδια...ανατρίχιασα από ευτυχία στη σκέψη ότι αυτός ο καταπληκτικός άντρας ξενύχτησε για πάρτη μου. «Κι εγώ το έπαιξα χθες βράδυ κι έχυσα τρελά για σένα....» στέναξα. «Επρεπε να σ’είχα γαμήσει από καιρό τσουλάκι, έτοιμο για ξέσκισμα ήταν το μουνί σου» σφύριξε και ο ιδρώτας του έσταζε πάνω μου, ανακατευόταν με τον δικό μου....τα κορμιά μας κολλούσαν. «Θα κάνεις ότι σου λέω από δω και μπρός πουτανάκι...κατάλαβες? Λέγε!» και μου έδωσε μια γερή ξυλιά στο κωλαράκι που έτσουξε.... «Ναι θείε μου, θα κάνω ότι μου πείς εσύ...μόνο γάμα με σε παρακαλώ, μη σταματήσεις ποτέ» βόγκηξα ικετευτικά...

Με μια δυνατή ώθηση, ο πούτσος του χτύπησε δυνατά τη μήτρα μου, πόνεσα και έπεσα μπρούμυτα...έπεσε και κείνος πάνω μου. Για μια στιγμή μείναμε ακίνητοι, ιδρωμένοι, ξέπνοοι...βγήκε από μέσα μου και με γύρισε ανάσκελα. Το κορμί μου ήταν χαλαρό, ολοκληρωτικά παραδομένο...πήρε θέση ανάμεσα στα πόδια μου και μου τον έχωσε ξανά, αυτή τη φορά αργά και γλυκά... «Κοριτσάκι μου», μου ψιθύρισε τρυφερά...

Αυτή η αλλαγή στη διάθεσή του με ξάφνιασε, αλλά με καύλωσε κιόλας πολύ... Τύλιξα τα πόδια μου γύρω από τη μέση του και τα σήκωσα ψηλά για να πάρω το καυλί του πιο βαθιά μέσα μου. Εκείνος άρχισε να με τρομπάρει βαθιά και σταθερά, χωρίς βιασύνη. Τώρα έβλεπα το πρόσωπό του, την έκφραση της καύλας και της ηδονής που είχαν αντικείμενο εμένα και μόνο... τι μαγεία ήταν αυτή! Καθώς με γαμούσε, ένιωθα το βάρος του να με πιέζει, να με κυριαρχεί και η ερεθισμένη κλειτορίδα μου τριβόταν πάνω του....αν συνέχιζε έτσι θα έχυνα, το ήξερα. Σφίχτηκα πάνω του με χέρια και με πόδια να μη μου φύγει, να μη χάσω αυτήν την αίσθηση... Το κατάλαβε εκείνος και μου ψιθύρισε γλυκά «Θέλω να χύσεις για μένα κοριτσάκι μου...θέλω να δώσεις τα χύσια σου στον αγαπημένο σου θείο...»

Τρέλα μου ήρθε... «Θα χύσω θείε μου, μη σταματάς σε παρακαλώ!» ικέτεψα και τον έσφιγγα πάνω μου με μανία... «Δε θα σταματήσω ποτέ να σε γαμάω κοριτσάκι μου...» μου είπε σιγά εκείνος στο αυτί. Αρχισε να μου λέει κι άλλα λόγια, ερωτικά και πρόστυχα αλλά πλέον δεν άκουγα...βρισκόμουν κάπου αλλού. Τώρα με έκανε να νιώθω σα μικρό κοριτσάκι που το διέφθειρε, το ξεπαρθένιαζε προσεκτικά για να μην πονέσει κι αυτό το παιχνίδι με καύλωνε πέρα από κάθε όριο. Καταλάβαινα μόνο τον πούτσο του, σκληρό και άκαμπτο, να γλιστράει μέσα έξω στην υγρή τρύπα μου...και κάθε βαθιά διείσδυση έκανε το μουνί μου να ηλεκτρίζεται σε περιοχές που δεν ήξερε ότι υπήρχαν, από την πρησμένη κλειτορίδα μου μέχρι το τελευταίο εκατοστό της τρύπας μου που έκαιγε....

Αρχισα να τρέμω χωρίς να το θέλω... «Ελα ανιψούλα μου, έλα...δώστα στο θειούλη σου...δώστα στο γαμιά σου» άκουσα τη φωνή του και πραγματικά, άρχισα να χύνω δυνατά, πρωτόγνωρα, με τρέμουλα που συνεπήραν όλο μου το κορμί... «Χύνω θειούλη μου, χύνω......ααχ!» φώναξα, ενώ εκείνος με έσφιγγε δυνατά χωρίς να σταματάει το βαθύ και ρυθμικό γαμήσι του. Δυνατοί σπασμοί κατέκλυσαν το μουνάκι μου, που έφτασαν στη μήτρα μου, στην κοιλιά μου, που με έκαναν να ανατριχιάσω σύγκορμη από έκσταση και να φωνάζω δυνατά σαν πουτάνα χωρίς να μπορώ να συγκρατηθώ...ο θείος μου μού κάλυψε το στόμα με το χέρι του κι εγώ έμεινα εκεί, να σπαρταράω ατελείωτα, βυθισμένη σε μια καύλα βασανιστική και απελευθερωτική μαζί... Τελικά τα κύματα άρχισαν σιγά σιγά να υποχωρούν. Χαλάρωσα και τα πόδια μου έπεσαν αδύναμα πάνω στο στρώμα, έμεινα ξαπλωμένη σαν παράλυτη από κόπωση και μακαριότητα....

Ο θείος μου με κοίταζε με πόθο και γλύκα, έχοντας ακόμα τον πούτσο του βυθισμένο στο μουνί μου. Δεν έλεγε κουβέντα. Ούτε κι εγώ ήξερα τι να πω. Είχα τόσα πολλά να πω κι όμως δεν ξεστόμιζα λέξη. Τον κοίταζα μόνο με έκσταση κι ευγνωμοσύνη για την ηδονή που μου χάρισε... Τελικά τραβήχτηκε από μέσα μου, ανασηκώθηκε και ήρθε γονατιστός δίπλα μου, ενώ εγώ ήμουν ακόμα ξαπλωμένη. Αρχισε να παίζει τον πούτσο του μπροστά στο πρόσωπό μου... Κατάλαβα ότι είχε σκοπό να μου χύσει στο πρόσωπο και το ήθελα τρελά! Χούφτωσα απαλά τα αρχίδια του και άρχισα να τα μαλάζω...ήταν πρησμένα και φορτωμένα με χύσια που σύντομα θα απολάμβανα.

«Χύσε την ανιψούλα σου θείε μου...έλα γαμιά μου, ρίχτα μου στο πρόσωπο να τα πιω» μουρμούρισα καυλιάρικα, κοιτάζοντάς τον στα μάτια. Εβγαλα τη γλώσσα μου έξω να τα υποδεχτώ... Δεν του πήρε και πολλή ώρα...μέσα σε ένα λεπτό ξέσπασε και κείνος. «Αχ χύνω μωρό μου...πάρτα πουτανάκι, πάρτα» βόγκηξε δυνατά και με περιέλουσε με ένα φορτίο πηχτού σπέρματος... Το πρώτο καυτό κύμα εκσφενδονίστηκε κατευθείαν στο στόμα μου και το κατάπια ηδονικά....το δεύτερο κύμα πέτυχε το μάγουλό μου και ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα....δεν μπορώ να περιγράψω την ευτυχία μου καθώς τα ένιωθα να κολλάνε σε όλο το πρόσωπό μου και να κυλάνε αργά στα μάγουλά μου, στο σαγόνι, στα βυζάκια μου... Εγλειψα όσο έφτανα με τη γλώσσα μου και τα υπόλοιπα μου τα έφερε στο στόμα ο θείος με τον πούτσο του, που ακόμα δεν είχε χαλαρώσει.. Ηταν κι εκείνος ξέπνοος αλλά έδειχνε απόλυτα πλήρης και ικανοποιημένος... Μετά από λίγο, έχοντας ξαναβρεί την ανάσα του, έπιασε τα χαρτομάντιλα από το κομοδίνο και μου σκούπισε το πρόσωπο, κοιτάζοντάς με σοβαρά..

«Τώρα είσαι δικιά μου» μου ψιθύρισε παθιάρικα, «και θα κάνεις ότι σου λέω...θα σε έχω για την καύλα μου, θα έρχεσαι σε μένα όποτε σε καλώ κι εγώ θα σε γαμάω...». Τον κοίταζα σιωπηλή κι απορημένη κι εκείνος χαμογέλασε. «Εχουμε πολλά να κάνουμε μαζί μουνάκι μου και θα είναι όλα μοναδικά, θα δεις...ντύσου τώρα κι έλα κάτω γιατί σε περιμένουν οι γονείς σου». Χωρίς να προσθέσει λέξη, φόρεσε τη βερμούδα του κι έφυγε για να βρει στην παραλία τη θεία και τους γονείς μου. Είχε φύγει για λίγο από την παρέα τους με τη δικαιολογία ότι ήθελε να πάει στην τουαλέτα και είχε ήδη αργήσει να επιστρέψει...είχαμε περάσει μισή ώρα μαζί. Κανείς όμως δε θα μπορούσε να υποψιαστεί την αλήθεια....

Από εκείνη τη μέρα έχω γίνει το προσωπικό πουτανάκι του θείου μου...συναντιόμαστε συχνά σε ξενοδοχεία σαν παράνομο ζευγάρι και ζούμε μαζί όλες τις φαντασιώσεις μας...τα γαμήσια μας είναι πραγματικά το υλικό των ονείρων, όπως λένε. Κανείς δεν το έχει μάθει, είναι το δικό μας καυλωτικό μυστικό...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου